7 Ιουλίου 2024

    Όταν η Ντίκινσον συναντά τις μεταφράσεις της Βάρναλη και του Τσιφόρου: Ένα ταξίδι ανάμεσα στις γλώσσες

    Η μεταφορά ποίησης από μια γλώσσα σε μια άλλη πάντα ήταν μια δύσκολη διαδικασία. Οι λέξεις, οι εκφράσεις και οι στίχοι που απασχολούν τον ποιητή, συχνά χάνονται στη μετάφραση και δεν μπορούν να αναπαραχθούν με τον ίδιο τρόπο σε μια ξένη γλώσσα. Αυτή η δυσκολία είναι γνωστή σε όλους, αλλά το να γίνεται ακόμα πιο αντιληπτή η διαφορά ανάμεσα στις διαφορετικές προσεγγίσεις των ποιημάτων όταν μεταφράζονται, αποκαλύπτει την πραγματική δυσκολία της μεταγραφής της ποίησης σε μια άλλη γλώσσα.

    Ο ποιητής Τζορτζ Στάινερ εξέτασε αυτήν τη δυσκολία στο βιβλίο του “Μετά τη Βαβέλ” και υποστήριξε ότι οι “αστοχίες” που προκύπτουν από την μετάφραση αποκαλύπτουν τους διαφορετικούς στόχους των ποιητών. Ο ποιητής Χόρχε Λουίς Μπορχές, που μίλησε για τον “υπονοητικό γλωσσικό κήπο” που υπάρχει κάτω από το χώμα όπου πατάει ο μεταφραστής, αναφέρθηκε επίσης στο πρόβλημα της απόδοσης των ομηρικών στίχων στα αγγλικά, καθώς επέμεινε στην υπόνοια και όχι στην κυριολεξία της απόδοσης.

    Αν και υπάρχουν πολλές επιτυχημένες μεταφράσεις ποιητικών έργων στα ελληνικά, οι περισσότεροι ποιητές δυστυχώς έχουν αντιμετωπίσει την αποτυχία, είτε λόγω της έντονης προσωπικής σφραγίδας των μεταφραστών είτε λόγω της εμμονής σε γλωσσικά και θεωρητικά πεδία (συμπεριλαμβανομένης της συζήτησης για την εκμοντερνισμό της γλώσσας). Μια απόδειξη αυτού είναι οι μεταφράσεις των ποιημάτων της Έμιλι Ντίκινσον, μιας ποιήτριας που έχει ολοκληρώσει τους κριτικούς με το ιδιαίτερο ύφος και τη μοναδικότητα της.

    Δυστυχώς, η αξιοσημείωτη γυναίκα που τόλμησε να καταπείσει τον Θεό με το “My Life had stood a loaded gun” και να δηλώσει ότι θα ζήσει περισσότερο από αυτόν, δεν κατάφερε να προσεγγίσει το λογοτεχνικό κοινό της Ελλάδας με αυτά τα όπλα. Πέρα από μερικές εξαιρετικές μεταφράσεις από τους Διονύση Καψάλη, Χάρη Βλαβιανό και Ερρίκο Σοφρά, οι υπόλοιπες αποδόσεις παραμένουν προβληματικές. Το πρόσφατο βιβλίο με μεταφράσεις από τις εκδόσεις Κίχλη, που περιλαμβάνει τα ποιήματα της Έμιλι Ντίκινσον, είναι ένα παράδειγμα αυτής της προβληματικής απόδοσης. Η απόδοση του Κώστα Κουτσουρέλη δεν αναδεικνύει την ποιητικότητα και την αντίθεση της Ντίκινσον, αλλά την καθιστά περισσότερο “γνωμοδιδακτική” από ό,τι θα έπρεπε. Επιπλέον, οι επιλογές λέξεων όπως “φυσομάνημα”, “αυθέντης” και “έχθρισσα” που χρησιμοποιούνται σε αυτήν τη μετάφραση είναι ξεπερασμένες και δεν αποδίδουν πλήρως το πνεύμα της ποίησης της Ντίκινσον.

    Ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζονται και σε άλλες μεταφράσεις ποιημάτων. Το βιβλίο με μεταφράσεις των ποιημάτων του Αρτίρ Ρεμπό από τον Βασίλη Πατσογιάννη, για παράδειγμα, περιλαμβάνει αρκετά γνωστά του έργα, αλλά η απόδοση τους δεν αναδεικνύει πλήρως τη ζωντάνια και το πρωτοποριακό πνεύμα τους. Οι δημοτικίζουσες λέξεις και οι εαρινοί νεολογισμοί που χρησιμοποιούνται στις μεταφράσεις αυτές δεν συνάδουν με το πρωτότυπο πνεύμα του Ρεμπώ και καταργούν τη ζωντανία των στίχων του.

    Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι η απόδοση μιας ποίησης σε μια ξένη γλώσσα είναι μια πολύπλοκη διαδικασία και μπορεί να μην αναδεικνύει πλήρως το πνεύμα και την ουσία του αρχικού ποιήματος. Ενώ υπάρχουν εξαιρέσεις και επιτυχημένες μεταφράσεις, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε την πολυπλοκότητα αυτού του εγχειρήματος και να ενθαρρύνουμε περισσότερη έρευνα και προσπάθεια για την ακριβή μετάφραση της ποίησης, προκειμένου να διατηρηθεί η ουσία και η ομορφιά του πρωτότυπου έργου.
    Πηγή

    Share:

    Σχετικά Άρθρα