30 Ιουνίου 2024

    Η πρόκληση του Ρόντερικ Φέργκιουσον: Αντίληψη και κριτική στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα”

    ΑρχικόΤο κουίρ βιβλίο της εβδομάδας: «Το μονοδιάστατο κουίρ» του Ρόντερικ Φέργκιουσον

    Θα ξεκινήσω μ’ ένα disclaimer: δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που κουνάνε το δάχτυλο. Έχοντας παρακολουθήσει διαδικτυακά βίντεο των διαλέξεών του, μου φαίνεται ότι ο Ρόντερικ Φέργκιουσον –δυστυχώς και κατά τη γνώμη μου– είναι ένας τέτοιου είδους, αυτάρεσκος τύπος. Όμως, αυτό το βιβλίο του ήθελα να το διαβάσω. Όχι μόνο επειδή ο Φέργκιουσον είναι από τους κομβικούς θεωρητικούς των queer studies αυτήν τη στιγμή στην Αμερική, αλλά κι επειδή η κριτική που ασκεί αγγίζει σίγουρα κι εμένα: με δυσκολεύει και με βγάζει από τη βολή μου κι άρα με φέρνει αντιμέτωπη με πράγματα που ίσως μπορώ ν’ αλλάξω ή να βελτιώσω στον λόγο και τη στάση μου ως μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Φέργκιουσον ερευνά χρόνια τώρα τα πρώιμα κινήματα της «γκέι απελευθέρωσης» [χρησιμοποιώ όρους του βιβλίου αλλά και ιστορικά ορθούς όρους], όπως οι S.T.A.R. (Street Transvestite Action Revolutionaries), η ακτιβιστική ομάδα που ίδρυσαν από κοινού το 1970 η Σύλβια Ριβέρα και η Μάρσα Π. Τζόνσον, σε μια Νέα Υόρκη γεμάτη φτώχεια, αστεγία κι ανεργία, με σκοπό να βοηθήσουν και να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες ζωής για φτωχούς, αστέγους και ανέργους, είτε ήταν διεμφυλικοί είτε όχι [δείτε το εξαιρετικό «The Life and Death of Marsha P. Johnson» στο Νέτφλιξ και θα με θυμηθείτε]. Τον γοητεύει το γεγονός ότι οι διεκδικήσεις αυτών των κινημάτων δεν αφορούσαν μόνο τη σεξουαλικότητα, αλλά και ζητήματα φυλής, αποαποικιοποίησης και φτώχειας – αιτήματα που τα έβλεπαν ως συμπληρωματικά. Σαν να λέμε: freedom for one is freedom for all. Απέναντι σε αυτά τα πρώιμα κινήματα, ο Φέργκιουσον αντιπαραθέτει αυτό που ονομάζει «Μονοδιάστατο κουίρ» –εμπνευσμένο από τον «Μονοδιάστατο άνθρωπο» του Μαρκούζε– δηλαδή την κουίρ κουλτούρα που ο καπιταλισμός έχει καταφέρει να «εξημερώσει», την κουίρ ταυτότητα που έχει αλλοιωθεί και αφομοιωθεί από τη λογική της ελεύθερης αγοράς, την ιδέα του έθνους και τον (νεο)φιλελευθερισμό, κι αντί να προσπαθεί να ανατρέψει όλες τις έμφυλες, σεξουαλικές, φυλετικές και ταξικές διακρίσεις του σημερινού μας κόσμου, καταλήγει να συντελεί στον αποκλεισμό ανθρώπων και κινημάτων που δεν ανήκουν στη μέινστριμ «γκέι ελίτ» του κεφαλαίου.

    Αν αυτό σας πέφτει πολύ θεωρητικό, θα το πω πιο απλά: όταν ο γκέι γάμος (λ.χ.) γίνεται η καρδιά της γκέι πολιτικής, αφήνοντας απ’ έξω άλλες διεκδικήσεις (όπως η άρση διακρίσεων και οι αποκλεισμοί σε βάρος έγχρωμων τρανς ατόμων ή φτωχών λεσβιών ή ΛΟΑΤΚΙ+ προσφύγων, ας πούμε), καταλήγει ο «μονοδιάστατος κουίρ» άνθρωπος να γίνεται ο ίδιος μέρος του συστήματος καταπίεσης. Αυτό διατείνεται ο Φέργκιουσον. Ένα από τα προβλήματα που έχω με τον Φέργκιουσον είναι ότι μιλάει εκ του ασφαλούς: ο άνθρωπος είναι καθηγητής στο Γέιλ. Μου θυμίζει όλους αυτούς τους champagne socialists που θέλουν να φέρουν τη σοσιαλιστική ανατροπή μέσα από τα σικ, μπουρζουά σαλόνια τους. Τον ενοχλεί τρελά, ας πούμε, το περιοδικό Advocate γιατί το θεωρεί ιστορικά ξεπουλημένο στον καπιταλισμό· μόνο που το Advocate έκανε όλη τη δουλίτσα της ορατότητας πάνω στην οποία ο Φέργκιουσον τώρα πατάει για να κορδώνεται ελευθέρως. Το δεύτερό μου πρόβλημα είναι ότι, προφανώς, ο στόχος του είναι άνθρωποι όπως εγώ: λευκοί, φιλελεύθεροι ΛΟΑΤΚΙ+ της μεσαίας τάξης. Το τρίτο μου πρόβλημα είναι ότι όλη αυτή η θεωρητικούρα αγνοεί σχεδόν πάντα τι πραγματικά θέλει ο καθένας: γεμίζει ενοχές όποιο μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας θέλει π.χ. όντως να παντρευτεί, κατηγορώντας το ότι όχι μόνο δεν είναι αρκετά «προοδευτικό», αλλά με τη στάση του στοχοποιεί και αποκλείει άλλες περιθωριοποιημένες ομάδες, λες κι είναι βασικό γρανάζι της καταπιεστικής πατριαρχίας. Όμως τον ακούω: ακούω ότι πρέπει να ενσωματώνουμε στην κριτική και τις διεκδικήσεις μας τη δουλειά και την προοπτική άλλων περιθωριοποιημένων ταυτοτήτων· ακούω τη διαπίστωση ότι υπάρχει καταπίεση και διαφοροποίηση κι εντός της κουίρ/ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας: άλλο να είσαι λευκός γκέι cis άνδρας κι άλλο να είσαι τρανς πρόσφυγας από το Σουδάν. Αλλά, εδώ που τα λέμε, ασχέτως του τι λέει ο Φέργκιουσον, εγώ δεν ξέρω πολλά άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας που να μη δείχνουν ευαισθησία απέναντι στους πρόσφυγες, στους ταξικά αποκλεισμένους, στα θύματα των φυλετικών κι έμφυλων διακρίσεων. Άσε που, κατηγορώντας αυτάρεσκα κατακτήσεις όπως ο γκέι γάμος, ο Φέργκιουσον μοιάζει να ξεχνάει πόσο εύκολο είναι να ανατραπούν: κοιτάξτε τι έγινε με τις εκτρώσεις στην Αμερική. Μπορεί ο άνθρωπος να μιλάει για συμμαχίες, αλλά είναι εξαιρετικός στο να κουνάει το δάχτυλο και να αποξενώνει όσους κουίρ στοχοποιεί ο ίδιος, χωρίς πραγματικά να ξέρει τίποτα από τη ζωή και τις πεποιθήσεις τους. Μου θυμίζει λίγο τη Σούζαν Σαράντον που, ενώ ο κόσμος καιγόταν κι έβλεπε τον Τραμπ να έρχεται με τα χίλια, το δικό της πρόβλημα ήταν ότι υποψήφια των Δημοκρατικών ήταν η Χίλαρι. Σούζαν, τον λούστηκες και τον λουστήκαμε τον πορτοκαλί μ*λ*κ* – και μια χαρά βοήθησες σ’ αυτό· sorry not sorry. Τέλος πάντων, αυτά είναι δικά μου θέματα. Κι αν δεν ήθελα να διαβάσετε αυτό το βιβλίο, στο κάτω κάτω της γραφής, δεν θα το παρουσίαζα. Γιατί δεν έχει σημασία αν διαφωνώ σε πολλά πράγματα με τον Φέργκιουσον – εξάλλου είμαι φιλελεύθερη, όχι αριστερή. Σημασία έχει ότι αφουγκράζομαι την κριτική που μου ασκεί, την κατηγορία της «ομοκανονικότητας». Ακούω το ότι μπορεί, σε κάποιον βαθμό, να μάχομαι εναντίον της ομοφοβίας, αλλά όχι εναντίον της νεοφιλελεύθερης εκμετάλλευσης ή της αστυνομικής βίας, ας πούμε. Κι αυτό είναι το πιο σημαντικό: ότι το βιβλίο του με προκαλεί, με βάζει σε σκέψεις, με κρατάει σε εγρήγορση. Σε ένα πράγμα συμφωνούμε, λοιπόν: ο εφησυχασμός δεν είναι ποτέ καλός.

    Διορθωμένο άρθρο:
    Η πρόκληση του Ρόντερικ Φέργκιουσον: Αντίληψη και κριτική στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα

    Θα ξεκινήσω με ένα προειδοποιητικό σημείωμα: δεν είμαι φαν των ανθρώπων που κατηγορούν και κατακρίνουν. Μετά από διαδικτυακές παρακολουθήσεις των διαλέξεων του, φαίνεται ότι ο Ρόντερικ Φέργκιουσον, δυστυχώς κατά τη γνώμη μου, είναι ένας αυτοευχαριστημένος τύπος που κατηγορεί εύκολα τους άλλους. Ωστόσο, αυτό το βιβλίο του με προκάλεσε. Δεν το διάβασα μόνο επειδή ο Φέργκιουσον είναι ένας κορυφαίος θεωρητικός των queer studies στην Αμερική, αλλά επειδή η κριτική που διατυπώνει με αφορά προσωπικά: με αναγκάζει να αμφισβητήσω τις πεποιθήσεις μου ως μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και με παροτρύνει να εξετάσω τη στάση μου και τον λόγο μου. Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή.

    Ο Φέργκιουσον πραγματεύεται εδώ και πολλά χρόνια τις πρώιμες κινήσεις της “γκέι απελευθέρωσης” (για να χρησιμοποιήσω τους όρους του βιβλίου, αλλά και ιστορικά ακριβείς όρους), όπως η S.T.A.R. (Street Transvestite Action Revolutionaries), μια ακτιβιστική ομάδα που ιδρύθηκε το 1970 από τη Σύλβια Ριβέρα και τη Μάρσα Π. Τζόνσον, σε μια Νέα Υόρκη που ήταν γεμάτη φτώχεια, αστέγες και ανεργία. Σκοπός τους ήταν να βοηθήσουν και να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες ζωής για φτωχούς, αστέγους και άνεργους, ανεξαρτήτως σεξουαλικής ταυτότητας. Με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι οι αγώνες αυτών των κινημάτων δεν αφορούσαν μόνο τη σεξουαλικότητα, αλλά και ζητήματα φυλής, αποαποικιοποίησης και φτώχειας, εκείνα που θεωρούσαν συμπληρωματικά. Μπορούμε να πούμε ότι εκείνοι πίστευαν στο “ένα για όλους, όλοι για ένα”. Στο βιβλίο του, ο Φέργκιουσον αντιπαραθέτει με έναν όρο που αυτός ονομάζει “Μονοδιάστατο κουίρ” τον κουίρ πολιτισμό που ο καπιταλισμός έχει επιδιώξει να εξημερώσει. Αυτή η “μονοδιάστατη κουίρ” ταυτότητα έχει παραμορφωθεί και απορροφηθεί από την ελεύθερη αγορά, την έννοια του έθνους και τον (νεο)φιλελευθερισμό. Αντί να προσπαθεί να ανατρέψει όλες τις διακρίσεις που υφίστανται λόγω φύλου, σεξουαλικότητας, φυλής και τάξης στον σύγχρονο κόσμο, η “μονοδιάστατη κουίρ” καταλήγει να συντελεί στον αποκλεισμό ανθρώπων και κινημάτων που δεν ανήκουν στην “γκέι ελίτ” του συστήματος καταπίεσης.

    Αν αυτά που αναφέρω φαίνονται πολύ θεωρητικά, ας το θέσω πιο απλά: όταν ο γάμος των ομοφυλοφίλων γίνεται η κεντρική πτυχή της γκέι πολιτικής, ενώ άλλα αιτήματα, όπως η άρση των διακρίσεων και ο αποκλεισμός των μειονοτήτων, όπως οι διαφυλικά προσφυγές, οι φτωχές λεσβίες ή οι ΛΟΑΤΚΙ+ πρόσφυγες, αγνοούνται, τότε ο “μονοδιάστατος κουίρ” γίνεται αναπόσπαστο μέρος του καθεστώτος καταπίεσης. Αυτό δηλώνει ο Φέργκιουσον. Ένα από τα προβλήματα που έχω με τον Φέργκιουσον είναι ότι μιλάει με ασφάλεια. Είναι καθηγητής στο Γέιλ, και μου θυμίζει όλους αυτούς τους “champagne socialists” που θέλουν να φέρουν τη σοσιαλιστική ανατροπή μέσα από τα σικ, ασφαλή σάλονια τους. Δεν του αρέσει το περιοδικό Advocate, γιατί θεωρεί ότι προωθεί το καπιταλιστικό σύστημα. Έχει ξεχάσει ότι το Advocate έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ορατότητα πάνω στην οποία τώρα βασίζεται για να δώσει φωνή στις απόψεις του. Το δεύτερο πρόβλημά μου είναι ότι προορίζει την κριτική του για ανθρώπους σαν εμένα: λευκούς, φιλελεύθερους ΛΟΑΤΚΙ+ μεσαίας τάξης. Το τρίτο πρόβλημά μου είναι ότι όλη αυτή η θεωρητική προσέγγιση αγνοεί συχνά τι πραγματικά επιθυμεί ο καθένας: καταλήγει να επιβάλλει ενοχές σε όσους μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας επιθυμούν πραγματικά να παντρευτούν, κατηγορώντας τους για έλλειψη “προοδευτικότητας” και αποκλείοντας άλλες περιθωριοποιημένες ομάδες, σαν να αποτελούν κρίκο στην απανθρακωτική πατριαρχία. Ανεξάρτητα από αυτά, ακούω τις κριτικές του, την έννοια της “ομοκανονικότητας” που έχει κατακλύσει την κοινότητά μου. Ακούω την πρότασή του που θέλει να ενσωματώσουμε τις διεκδικήσεις και την προοπτική άλλων περιθωριοποιημένων ταυτοτήτων στην εκάστοτε κριτική μας. Ακούω τον ισχυρισμό του ότι υπάρχει καταπίεση και διάκριση εντός της ίδιας της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας: υπάρχει ένα διαχωρισμό μεταξύ λευκών γκέι cis άνδρων και μεταφυλικών προσφύγων από το Σουδάν, για παράδειγμα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, ανεξάρτητα από το τι λέει ο Φέργκιουσον, γνωρίζω πολλά άτομα στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα που εκδηλώνουν ευαισθησία προς τους πρόσφυγες, τους ταξικά αποκλεισμένους και τα θύματα διακρίσεων λόγω φυλής ή φύλου. Κατηγορεί υπερβολικά την απόκτηση δικαιωμάτων όπως ο γάμος των ομοφυλοφίλων, θα έλεγα ότι αγνοεί πόσο εύκολα μπορούν αυτά να ανατραπούν, όπως συμβαίνει με την περίπτωση των εκτρώσεων στην Αμερική. Ο Φέργκιουσον μπορεί να μιλάει για συμμαχίες, αλλά εύκολα κατηγορεί και αποξενώνει την ίδια την κοινότητα που θέλει να εκπροσωπήσει, χωρίς να έχει πραγματική γνώση για τις ζωές και τις πεποιθήσεις τους. Μου θυμίζει κάπως τη Σούζαν Σαράντον, η οποία, καθώς ο κόσμος κολακεύοταν στην έλευση του Τραμπ, εστίαζε στο γεγονός ότι η Χίλαρι ήταν η υποψήφια των Δημοκρατικών. Σούζαν, “sorry not sorry”, έπαιξες το παιχνίδι του πορτοκαλί “m*λ*κ*”.

    Τέλος, θεωρώ ότι αυτά είναι δικά μου προβλήματα. Και αν δεν ήθελα να διαβάσετε αυτό το βιβλίο, δεν θα σας το παρουσίαζα. Επειδή όμως αφουγκράζομαι την κριτική που μου ασκεί, την κατηγορία της “ομοκανονικότητας”, και αντί να επιβεβαιώνω προκαταλήψεις, το βιβλίο του με προκαλεί, με βάζει σε σκέψεις και με κρατάει εγρήγορση. Συμφωνούμε τουλάχιστον σε ένα πράγμα: ο εφησυχασμός δεν είναι ποτέ καλός.
    Πηγή

    Share:

    Σχετικά Άρθρα