19 Μαΐου 2024

    Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών: Τα πάντα για την πιο κοινή ενδοκρινολογική διαταραχή των γυναικών”

    Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (ΣΠΩ) είναι μια από τις πιο συχνές ενδοκρινολογικές διαταραχές που επηρεάζουν γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία, με συχνότητα που κυμαίνεται από 5% έως 10%, ανάλογα με τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται. Η διάγνωση του ΣΠΩ γίνεται μετά τον αποκλεισμό άλλων ενδοκρινολογικών νοσημάτων με παρόμοια συμπτωματολογία, όπως θυρεοειδικές διαταραχές, υπερπρολακτιναιμία, συγγενής υπερπλασία επινεφριδίων, σύνδρομο Cushing ή όγκοι που παράγουν ανδρογόνα.

    Σύμφωνα με τα κριτήρια του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH) που καθορίστηκαν το 1990, για να γίνει διάγνωση ΣΠΩ, μια γυναίκα πρέπει να έχει 1) αραιομηνόρροια (κύκλους με διάρκεια πάνω από 35 ημέρες) και 2) υπερανδρογοναιμία, τόσο βιοχημική όσο και κλινική, που συνήθως εκδηλώνεται με υπερτρίχωση ή ακμή. Σύμφωνα με τα κριτήρια του Ρότερνταμ, που καθιερώθηκαν το 2003, για τη διάγνωση ΣΠΩ, μια γυναίκα πρέπει να έχει 2 από τα παρακάτω 3 κριτήρια: 1) αραιομηνόρροια, 2) υπερανδρογοναιμία, 3) πολυκυστική μορφολογία στις ωοθήκες. Σημειώνεται ότι όχι όλες οι γυναίκες με ΣΠΩ έχουν κύστες στις ωοθήκες και οι κύστες στις ωοθήκες δεν αποτελούν απαραίτητα ένδειξη ΣΠΩ.

    Το ΣΠΩ είναι μια ετερογενής διαταραχή χωρίς σαφή αιτιολογία, η οποία επηρεάζεται από γενετικούς παράγοντες αλλά και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Βάσει μελετών πάνω σε δίδυμα, φαίνεται ότι η γενετική επίδραση ανέρχεται σε περίπου 70%, ενώ οι υπόλοιποι παράγοντες αφορούν το περιβάλλον, με την παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη να είναι οι κυριότεροι. Στις οικογένειες των ασθενών με ΣΠΩ υπάρχει γενετική προδιάθεση συνολικά (35% για τις μητέρες και 40% για τις αδελφές), αλλά και σε μεμονωμένα χαρακτηριστικά όπως η υπερανδρογοναιμία, η αντίσταση στην ινσουλίνη και οι συνοδές μεταβολικές διαταραχές. Περίπου το 50% των γυναικών με ΣΠΩ είναι παχύσαρκες, συχνά με κεντρικοτύπου παχυσαρκία. Οι γυναίκες αυτές, εκτός από τις διαταραχές του εμμηνορρυσιακού κύκλου και την επακόλουθη ανικανότητα να αποκτήσουν παιδί, συχνά αντιμετωπίζουν και αντίσταση στην ινσουλίνη. Αντίσταση στην ινσουλίνη παρατηρείται ακόμη και σε γυναίκες χωρίς παχυσαρκία, με ποσοστό που φτάνει το 50% για παχύσαρκες και 20% για γυναίκες με φυσιολογικό βάρος. Αυτή μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην υπερανδρογοναιμία και τη χρόνια ανωοθυλακιορρηξία, που οδηγούν σε ανεπαρκή γονιμότητα. Οι γυναίκες με ΣΠΩ συχνά αντιμετωπίζουν και διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης. Το ρίσκο εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2 είναι αυξημένο σε όλες τις ασθενείς, αλλά είναι ακόμη μεγαλύτερο στις παχύσαρκες. Επιπλέον, περίπου το 70% των ασθενών έχει δυσλιπιδαιμία, ενώ συχνά εμφανίζονται και η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος.

    Η διαγνωστική προσέγγιση περιλαμβάνει λεπτομερή αναφορά στο ιστορικό, καταγραφή του εμμηνορρυσιακού κύκλου (κανονικός κύκλος με διάρκεια από 21 έως 35 ημέρες) και καταγραφή της παρουσίας υπερτρίχωσης ή ακμής, ορμονικών εξετάσεων που πρέπει να γίνονται στην 3η μέχρι την 5η ημέρα του κύκλου (με την 1η ημέρα να είναι η ημέρα που η γυναίκα παρατηρεί αίμα), εξετάσεις αίματος για την αξιολόγηση του μεταβολισμού και υπερηχογράφημα της κοιλίας για την εντοπισμό τυχόν κύστεων στις ωοθήκες. Η θεραπεία έχει διάφορους στόχους και μπορεί να διαφέρει από γυναίκα σε γυναίκα, αλλά και από διάφορες φάσεις της ζωής της ίδιας γυναίκας. Η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους, μέσω ισορροπημένης διατροφής και καθημερινής σωματικής δραστηριότητας, έχει μεγάλη σημασία. Για τη ρύθμιση των διαταραχών του κύκλου και την υγεία του δέρματος, συχνά χρησιμοποιούνται αντισυλληπτικά. Σε περιπτώσεις υπερτρίχωσης και ακμής, οι τοπικές δερματολογικές θεραπείες αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό βοήθημα. Η χρήση μετφορμίνης και των νέων ενεσίμων θεραπειών κατά της παχυσαρκίας (GLP-1RA) μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της ινσουλινοαντίστασης και τη βελτίωση των μεταβολικών χαρακτηριστικών του συνδρόμου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί η βοήθεια ειδικού γυναικολόγου για να επιτευχθεί επιτυχημένη εγκυμοσύνη. Συνολικά, η συνεργασία μεταξύ ενδοκρινολόγου, γυναικολόγου και δερματολόγου έχει μεγάλη σημασία για τη βέλτιστη υγεία των γυναικών με ΣΠΩ.
    Πηγή

    Share:

    Σχετικά Άρθρα