30 Απριλίου 2024

    Κλιματική αλλαγή: Ο αυξανόμενος φόβος για τις ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια

    Η κλιματική αλλαγή και οι ασθένειες που μεταδίδονται με διαβιβαστές αποτελούν πηγή ανησυχίας σε παγκόσμιο επίπεδο, με αντίκτυπο και στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Υγείας. Ιοί όπως το Δυτικού Νείλου, ο δάγκειος πυρετός, το Τσικουνγκούνια, το Ζίκα και η ελονοσία αποτελούν υγειονομικές απειλές οι οποίες απασχολούν σοβαρά τα υγειονομικά συστήματα της Ευρώπης. Ο αριθμός των κουνουπιών που λειτουργούν ως διανομείς των νόσων αυτών έχει αυξηθεί και είδη που δεν ήταν ιθαγενή στην Ευρώπη τώρα αποτελούν αντικείμενο πολιτικής προσοχής. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) έχει εκφράσει την ανησυχία του για την εμφάνιση κρουσμάτων δαγκείου πυρετού στην Ευρώπη. Πέρυσι, καταγράφηκαν πάνω από 120 περιστατικά σε διάφορες χώρες, αλλά όλα έγιναν μετάδοση εντός της ίδιας της Ευρώπης και δεν ανιχνεύθηκαν κρούσματα που να οφείλονται σε ταξιδιώτες που επισκέπτονται περιοχές εκτός της ήπειρου. Επιδημιολόγοι δημόσιας υγείας επισημαίνουν ότι ο δάγκειος πυρετός έχει καθιερωθεί στην Ευρώπη και δεν περιορίζεται πλέον μόνο σε ενδημικές χώρες. Στην Ελλάδα, μέχρι στιγμής, τα κρούσματα δαγκείου πυρετού είναι αποκλειστικά εισαγόμενα, χωρίς να έχει παρατηρηθεί μετάδοση της ασθένειας μεταξύ των ντόπιων κατοίκων. Το Υπουργείο Υγείας και ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), ωστόσο, βρίσκονται σε επιφυλακή για τις ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια. Για παράδειγμα, έχει ήδη καταρτιστεί ένα σχέδιο δράσης για τον ιό του Δυτικού Νείλου, ο οποίος έχει εμφανιστεί στη χώρα μας από το 2010. Από φέτος, έχει αλλάξει ο τρόπος παρακολούθησης του ιού και για τη διαχείριση των κρουσμάτων έχει εισαχθεί η εκτίμηση κινδύνου ανά περιοχή. Ενόψει των αλλαγών του κλίματος στην Ελλάδα και των πιθανών έντονων καιρικών φαινομένων, όπως πλημμύρες και χαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα, η ολοκληρωμένη διαχείριση των κουνουπιών που λειτουργούν ως διανομείς του ιού γίνεται ακόμη πιο επείγουσα. Σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας, η διαχείρισή τους πρέπει να βασίζεται σε συστηματική και λεπτομερή εντομολογική παρακολούθηση, η οποία περιλαμβάνει την παρακολούθηση και αξιολόγηση των πληθυσμών κουνουπιών και τον έλεγχο της παρουσίας του ιού σε αυτά. Έτσι, έχουν δημιουργηθεί 4 επίπεδα κινδύνου για τη διαβάθμιση των περιοχών της χώρας. Αρχικά, το σύστημα κατανέμει όλες τις περιοχές σε αυτά τα επίπεδα, με βάση τα ιστορικά δεδομένα των τελευταίων πέντε ετών. Στη συνέχεια, γίνεται επικαιροποίηση με βάση τα φετινά επιδημιολογικά δεδομένα. Το επίπεδο 1 αφορά περιοχές όπου δεν έχει καταγραφεί ποτέ κυκλοφορία του ιού του Δυτικού Νείλου στο παρελθόν, καταγράφηκε κυκλοφορία του ιού μόνο σε ζώα/κουνούπια ή καταγράφηκε μόνο ένα κρούσμα λοίμωξης σε άνθρωπο στο παρελθόν, αλλά όχι κατά την προηγούμενη περίοδο μετάδοσης. Το επίπεδο 2α αφορά περιοχές όπου καταγράφηκε μόνο ένα κρούσμα σε άνθρωπο στο παρελθόν, κατά την προηγούμενη περίοδο μετάδοσης, ή καταγράφηκαν τουλάχιστον δύο κρούσματα λοίμωξης σε ανθρώπους στο παρελθόν. Το επίπεδο 2β αφορά περιοχές όπου καταγράφηκαν τουλάχιστον 40 κρούσματα λοίμωξης σε ανθρώπους στο παρελθόν ή καταγράφηκαν τουλάχιστον 15 κρούσματα σε ανθρώπους κατά τα προηγούμενα πέντε έτη. Το επίπεδο 3α εφαρμόζεται σε περιοχές όπου καταγράφηκε κυκλοφορία του ιού του Δυτικού Νείλου σε ζώα ή κουνούπια κατά την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης, ενώ το επίπεδο 3β αποτελεί περιοχές με κρούσματα λοίμωξης σε άνθρωπο σε όμορη/κοντινή περιοχή κατά την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης και συνδυάζει παράγοντες κινδύνου για επικείμενη μετάδοση του ιού του Δυτικού Νείλου σε ανθρώπους. Τέλος, το επίπεδο 4 αντιστοιχεί σε περιοχές που θεωρούνται ως περιοχές αυξημένου κινδύνου και επηρεαζόμενες, όπου έχει καταγραφεί συρροή κρουσμάτων κατά την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης (τουλάχιστον δύο κρούσματα λοίμωξης ανά 6 χιλιόμετρα) ή έξαρση κρουσμάτων (αριθμός κρουσμάτων λοίμωξης μεγαλύτερος από τον αναμενόμενο για τον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο).
    Πηγή

    Share:

    Σχετικά Άρθρα